ΠΕΡΙΟΔΟΝΤΟΛΟΓΙΑ
Ουλίτιδα ονομάζεται η φλεγμονή των ουλικών ιστών (“ούλα”) και είναι μια από τις δύο βασικές νόσους των περιοδοντικών ιστών (ούλα και κόκαλλο που περιβάλλει τα δόντια). Η ουλίτιδα εμφανίζεται κλινικά με ποικίλλου βαθμού ερυθρότητα, διόγκωση και στιλπνότητα των ούλων καθώς και με αιμορραγία κατά το βούρτσισμα ή ακόμα και με αυτόματη αιμορραγία των ούλων. Σε ορισμένες περιπτώσεις οι ασθενείς ενδέχεται ακόμα να παραπονεθούν αλλαγή στη γεύση και κακοσμία. Η κύρια διαφορά με τη δεύτερη νόσο των περιοδοντικών ιστών που περιγράφεται παρακάτω (περιοδοντίτιδα) είναι ότι στην ουλίτιδα δεν υπάρχει απώλεια οστού γύρω από τα δόντια και ότι με την κατάλληλη θεραπεία είναι αντιστρέψιμη.
Η ουλίτιδα οφείλεται στην πλειονότητα των περιπτώσεων στη μικροβιακή πλάκα και η βαρύτητα της δύναται να μεταβληθεί από μία σειρά τοπικών και συστηματικών παραγόντων. Οι τοπικοί παράγοντες όπως οι κακότεχνες εμφράξεις και προσθετικές αποκατάστασεις (“κακοφτιαγμένα σφραγίσματα και θήκες”) διευκολύνουν την κατακράτηση πλάκας και δυσχεραίνουν τον καθαρισμό της με τα μέσα στοματικής υγιεινής.
Οι συστηματικοί παράγοντες όπως η διαταταραχή των ορμονών (εφηβεία, εγκυμοσύνη), τα συστηματικά νοσήματα (σακχαρώδης διαβήτης, λευχαιμία) καθώς και η λήψη συγκεκριμένων φαρμάκων (αντισυλληπτικά) ενισχύουν την εκδήλωση των συμπτωμάτων μεταβάλλοντας το μηχανισμό της φλεγμονής.
Σπανιότερα ένα πολύ μικρό ποσοστό των ασθενών ενδέχεται να παρουσιάζει αλλαγές στα ούλα που μπορεί να προσομοιάζει νόσους των ούλων διαφορετικής αιτιολογίας (μικροβιακής, αυτοάνοσης, αλλεργικής).
Η θεραπεία της ουλίτιδας συνίσταται στην απομάκρυνση της μικροβιακής πλάκας και της τρυγίας (πέτρας) με τη βοήθεια συσκευής υπερήχων και ειδικών εργαλείων χειρός (ξέστρων) και στη διδασκαλία του ασθενούς στην εφαρμογή αποτελεσματικής στοματικής υγιεινής.